Αναμνήσεις από μια Ζωή στο Χωριό: Η Μαρτυρία της Βαΐας Παπαχρήστου

Αναπαραγωγή Βίντεο
Ο γάμος και η οικογενειακή ζωή

[00:06]  Ψ.Φ. Είμαι ο Ψύρρας Φώτης, Μηχανικός Πληροφορικής στη Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας και ήρθαμε με την Νικολέτα Σιώρη, Βιβλιοθηκονόμος της Βιβλιοθήκης Καλαμπάκας στο Μεγαλοχώρι, Τρικάλων, για να πάρουμε μια πρόσθετη συνέντευξη από την κυρία Παπαχρήστου.

[00:34] Π.Β. Παπαχρήστου λέγομαι.  Η Βαΐα Παπαχρήστου.

[00:45]  Σ.Ν. Θα μας μιλήσετε για το πως παντρευτήκατε, για το γάμο σας, για τη ζωή που περάσατε,πως ήταν το πατρικό σας και μετέπειτα το σπίτι που ζήσατε με τον άντρα σας και την οικογένειά σας, τα παιδιά σας.

[01:09]  Π.Β. Παντρέυκαμε [παντρευτήκαμε]. Θα πούμε τώρα αυτά πρώτα.

[01:15]  Σ.Ν. Πότε παντρευτήκατε;

[01:17] Π.Β. Το 1951, το ‘51.

[01:24] Σ.Ν. Πώς γνωρίσατε τον άντρα σας;

[01:27] Π.Β.  Ήρθε με βρήκε αυτός [γελάει]. Και τον βρήκα και τον πήρα και πέρασα χρυσή ζωή, μόνο αυτό. Μετά είχαμε έξω χωράφια, πρόβατα, γίδια. Αυτά ‘κείνα κει, εκείνα τ’ χναν [τα είχαν] οι άντροι [άντρες].

[01:57] Σ.Ν. Οι γυναίκες στο σπίτι δούλευαν; Πώς δουλεύατε τότε;

[02:00] Π.Β.  Έξου, έξου, έξου [έξω]

[02:02] Σ.Ν. και οι γυναίκες στα χωράφια και τα ζώα;

[02:05] Π.Β.  Πώς δεν έρχονταν χωράφια και αμπέλια και στα πρόβατα παενάμι [πηγαίναμε] και… ήθελε εγώ ο πιθρός [πεθερός] μου κάθε Κυριακή να παένει [πηγαίνει] στην εκκλησία. Πάενα ηγώ [πήγαινα εγώ] κείνη τη μέρα και τα βουσκούσα [βοσκούσα]. [γελάει]  Πάενε  [πήγαινε] και ο καημένος αυτός και αυτός ήθελε γιατί ήταν που… τέτοια ζωή είχε και τη γυναίκα του την πιθιρά μ’ [πεθερά μου] ήταν αδερφή του παπά. [γελάει]

[02:46]  Ψ.Φ. Από προξενιό τον άντρα τότε έτσι; έτσι υπήρχαν εκείνα τα χρόνια.

[02:53] Π.Β. Τότε;  Όχι, όχι, όχι, με ήθελε. Εγώ είχα…

[02:57] Ψ.Φ. Πρωτόγνωρο.

[02:58] Π.Β. Εγώ είχα άλλη αδερφή μπροστά μου και παντρεύκα [παντρεύτηκα] εγώ γληγορότερα [γρηγορότερα] και τον άλλο τον χρόνο παντρεύκε [παντρεύτηκε] και η αδερφή μου.  Ήθελε γιατί ότι αυτό το πηδί [παιδί] που έπαιρνα… Δεν ήθελε. Θέλω τώρα, λέει, να σε πάρω, λέει.

[03:18] Ψ.Φ. Μια χαρά.

[03:20] Π.Β. [γελάει]  Λέω, τι να σε κάνω εγώ, αλλά τ’ άλλα δεν είχαμε τίποτα. Δεν  τους επερνάμε [παίρναμε] στα σπίτια εμείς και να μας πάρουν και σαπέρα [πέρα][γελάει] όπως κάνουν τώρα [γελάει]  Όταν στεφανομάσταν [στεφανονόμασταν] τότες… [τότε] αντάμοναμε.[βρισκόμασταν]

[03:43] Σ.Ν. Πώς μένατε στο σπίτι, μετά που παντρευτήκατε, μείνατε με τον άντρα σας στο σπίτι;

[03:49] Π.Β.  Στο σπίτι δεν χωρούσαμε . Βρήκα όταν παντρεύκα [παντρεύτηκα] την πιθερά  [πεθερά]μου και τον πεθερό μου… εφτά (7) παιδιά και εκατσάμε [κάτσαμε] με τον άντρα μου… πενήντα… πενήντα έξι (56) χρόνια με πιθερά [πεθερά] να μεγαλώσουν τα παιδιά αυτά που είχε. Να παέν [πάνε] σχολεία, να πάει… να παέν [πάνε]  στο στρατό να γυρίσουν, να παντρευτούν, όλα έκατσα εκεί μέσα.

[04:26] Σ.Ν.  Όλοι μαζί μένατε.

[04:27] Π.Β. Όλοι μαζί, όλοι μαζί,  καταγή [καταγής]  έτσι. Τι είχαμε; είχαμε κριβάτια [κρεβάτια]; Είχαμε τόνα ; είχαμε τ’ άλλο; [το ένα και το άλλο;] Τίποτα! μας είχαν κάψ’ [κάψει] κι οι Ιταλοί, τα ξερτ’ …[τα ξέρετε].

[04:55] Ψ.Φ. Ναι. Δεν είχε μείνει τίποτα; είχαν κάψει και το δικό σας σπίτι;

[05:00] Π.Β.  Όλο το χωριό. Όλο το χωριό. Όταν ήρθαν αυτοί…  ήρθαν… τις δέκα (10) (10 Φεβρουαρίου εννοεί του 1943, αναφέρεται στην Μάχη της Οξύνειας ή γνωστή ως μάχη της Μερίτσας]… Κι… εκείνη  την ημέρα έκαψαν κι εφτά σπίτια. Από κατ’ άλλοι [κάποιους άλλους] , γιατί ήταν ένας προδότης μέσα  απ’ το χωριό μας και πήγαν κι τσ’ [τους] είπαν  τσ’ Ιταλοί ότι… ελάτε, απάν’  [επάνω] στην Οξύνεια [χωριό του Δήμου Μετεώρων στον Νομό Τρικάλων] και θα σας δώσουμε εμείς… κατσίκια, αρνιά να φάτε, να πιείτε και όπως έκαναν.

[05:46]  Α, λέει… τι θα κάνουμε τώρα, λέει… θα κάψουμε κι τ’ άλλο το χωριό, λέει την άλλη μέρα, στις έντεκα (11) [Η Μάχη της Μερίτσας ή Μάχη της Οξύνειας διεξήχθη στις 11 και 12 Φεβρουαρίου 1943 μεταξύ 800 ανδρών του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), υπό το Νέστωρα Βώκα (ψευδώνυμο: «Τζαβέλλας»), το Νίκο Ζαράλη («Χασιώτης»),τον Αριστείδη Μπλούτσο (ΕΔΕΣ) και τον Ηλία Καφαντάρι («Αδαμάντιος») ενάντια σε τάγμα του Βασιλικού Ιταλικού Στρατού. Έλαβε χώρα στη Μερίτσα (σημερινή Οξύνεια) κοντά στην Καλαμπάκα.]. Τις δέκα  (10) ήρθαν το πρωί… τις δέκα (10) του μηνός… και την άλλη μέρα τα έντεκα (11).. όλο το χωριό.

[06:05] Γιατί πάνε  στι  τσελιγκάδες [στους τσέλιγκες]  να τσί δώσουν [τους δώσουν]… να φάν’… [φάνε] να πιούν και… τις ήρθε ζόρι [ζορίστηκαν]. Αυτά..

[06:21] Σ.Ν. Ναι. Πριν είπατε ότι μένατε στο σπίτι πολλά άτομα, με τα πεθερικά σας, τον άντρα σας…

[06:27] Π.Β. Πουλά, πουλά…[πολλά]

[06:28] Σ.Ν. Πώς ήταν το σπίτι τότε, μπορείτε να μας περιγράψετε το σπίτι, πώς περνούσατε, πώς κάνατε τις δουλειές σας;

[06:35] Π.Β. Πρώτα, όνταν [όταν] τ’ καψαν [το έκαψαν] οι Ιταλοί… Ήρθαν και έκαναν… μας έκαναν από ένα δωμάτιο και ένα από αυτού να βγαίνουμε όξω…[εννοεί αποχωρητήριο] Με τ΄ αυτό πόρεψαμε…[πορευτήκαμε] κάνα [περίπου] πέντε έξι (5-6) χρόνια… Πότε να πάμε εμείς να βγάλουμε κάνα φράγκο και να αρχινήσουμε να πάρουμε σπίτια;… Μετά.. κοντά… από χρόνια…[μετά από πολλά χρόνια]

[07:07]  Τιμωρία τραβηξάμε [τραβήξαμε] ημείς [εμείς], τιμωρία… Ξέρς  [ξέρεις] τώρα να πας να σκάψεις αμπέλι…τρία μέτρα… τρία τέτοια… και να τραγδάς [τραγουδάς] κιόλα… Τραγουδούσαμε κιόλας [γελάει].

[07:30]  Ψ.Φ.  Άρα ήσασταν δέκα άτομα σε ένα δωμάτιο δηλαδή;

[07:33]  Π.Β.  Σ’ ένα δωμάτιο… ηκεί [εκεί] ο πιθηρός, η πιθηρά…[ο πεθερός και η πεθερά] εγώ είχα πάρει και πέντε πηδιά. [παιδιά].. τα γκόνια μ’[εγγόνια μου]… πέντε… να πας να έχεις τα πηδιά… να έχεις μαγαζί… να έχεις πρόβατα, να έχεις γίδια… δυο μαντριά μαζί… τιμωρία… Σήκω τα εννιά μεσάνυχτα…να γιομόσω [γεμίσω] το φούρνο ψωμί, να το ζμώσω. [ζυμώσω]. Σκόνουμαν [σηκωνόμουν/ξυπνούσα] νύχτα, ως το πρωί έβγανα [έβγαζα από το φούρνο] το ψουμί [ψωμί] και το αυτό και στα χωράφια, τιμωρία!

[08:18] Ψ.Φ. Βοηθούσαν και τα μικρότερα παιδιά τότε;

[08:20] Π.Β.  Ήταν μικρά τα παιδιά τότε… τούτα ‘δώ που πήρα από τα παιδιά… ήθελαν να δουλέψν [δουλέψουν αναφέρεται στα εγγόνια της]. Τι να κάνω; άντε φέρτε τα… τ’ αλπούμαν [τα λυπόμουν] και εγώ λέω τώρα  πού να τα αφήσν [αφήσουν] θα τα θιώσουν [εννοεί θα τα χτυπήσουν] τ’ αυτοκίνητα και τα πήρα παν’ τρία εδώ από το Βασίλη και δυο από την κόρη μου…[αναφέρεται στα παιδιά της] πέντε… Αχ…

[08:56] Ψ.Φ. Πήγαιναν στο σχολείο τα παιδιά τότε ή είχε καταστραφεί κι αυτό;

[09:00] Π.Β. Είχαν τέτοια… πρώτη που τα πέρναν.  Είχαμε εκεί στο χωριό

[09:10] Ψ.Φ. Και τα πήραν δηλαδή…

[09:14] Π.Β. Τα πήραν… τα πήραν… εκεί πάεναν…Τον Γιάννη εδώ αν τον ξέρεις… Το Γιάννη το Φλώκα… ήντος εδώ… [είναι εδώ]

[09:27] Ψ.Φ. Τον πήραν… Ποιοι τον πήραν τότε αυτοί; Πώς λεγόταν αυτοί; Αυτοί που τα έπαιρναν τα παιδιά…

[09:34] Π.Β. που πάεναν [πήγαιναν]  εκεί;  Ήταν τέτοιοι δασκάλοι… τα ‘παιρναν από μικρά πρώτα…  Ναι…

[09:52] Σ.Ν.  Όταν αρρωσταίνατε υπήρχαν γιατροί; Πώς πηγαίνατε;

[09:56] Π.Β. Πού να βρεις γιατροί;  καμπουθενά [πουθενά]. Είχα εγώ μια γιαγιά… που μετρούσε… μετρούσε τσ’ άρρωστοι [τους άρρωστους] ααα… λέει… είσαι ματιασμένος [γελάει]Τι έφτιαναμε [φτιάχναμε]και τότε αφού δεν είχαμε άλλα να έχουμε [εννοεί δεν είχαν άλλους πόρους], τι να έκανε;

[10:28] Ψ.Φ.  Έκαναν γιατροσόφια τότε;

[10:30] Π.Β. Ναι…

[10:32] Ψ.Φ. Συνταγές αυτοσχέδιες;

[10:37] Π.Β.  Ναι, ναι, ναι  ήταν η μάνα του πατέρα μ’

[10:44] Ψ.Φ.  Έφτιαχνε διάφορα φάρμακα μόνη της;

[10:46] Π.Β.   Όχι, όχι φάρμακα, σαράντζιμα [σαράντισμα], έβανε [έβαζε] νερό και έβανε και κάρβουνα απ’ τα τζάκια που είχαμε το ‘ριχνε μέσα… τσουουουουουρρρ… ααα… έπεσε λέει είσαι ματιασμένος [γελάει] χάλια, χάλια… μη χειρότερα…

[11:15] Σ.Ν. Ποιοι σας βοηθούσαν; υπήρχαν κάποιοι να σας βοηθάνε; Βοηθούσαν τον κόσμο;

[11:22] Π.Β. Τίπουτα [τίποτα] τότε

[11:24] Σ.Ν. Ούτε δρόμους; Δρόμους είχατε;

[11:26] Π.Β. Δρόμους; είχαμε δρόμους… αυτός ο δρόμος που είναι τώρα… μόνο που δεν είχαν φτιάξει τέτοιο…

[11:36] Σ.Ν. Άσφαλτο

[11:37] Π.Β. Άσφαλτο τώρα είναι… σπίτια εφτιασάμε [φτιάξαμε] τώρα κοντά… να κι ο ένας να και ο άλλος… Όχι έλεγα εγώ τα παιδιά θα πάρουν τα σπίτια απάνω… και εμείς θα κάτσουμε κάτω λέω τον άντρα μ’ [γελάει] Τι να κάνουμε τώρα… αφού είναι έτσι δεν μπορούμε να κάνουμε κι αλλιώς και έτσι τ’ χουμε…

[12:16] Σ.Ν. Πώς περνούσατε… με τη γειτονιά και τους άλλους χωριανούς; Βοηθούσατε ο ένας στον άλλον;

[12:24] Π.Β.  Τότε;

[12:25] Σ.Ν. Ναι πώς περνούσατε με τη γειτονιά;

[12:27] Π.Β.  Βοηθούσαν τότε, άμα έβλεπναν  [έβλεπαν] που θέρζαμε [θερίζαμε] και δεν μπορούσαμε να το σκουλάσουμε [σχολάσουμε/τελειώσουμε], αυτοί το σκουλνούσαν [το τελείωναν]  το δικό τους και έρχονταν και μας βοηθούσαν. Τώρα θα σε κάνουν αυτά τα πράγματα;  Τιπουτα! [τίποτα]  Μπορείς να τα φτιάξεις καλά αν δεν μπορείς τι θα κάνς;[κάνεις]

[12:54]  Ψ.Φ.  Επίσης και τον δρόμο παλιά και τις υποδομές στο χωριό τα έφτιαχναν οι άνθρωποι εκεί; Οι συγχωριανοί;

[13!01] Π.Β.  Μέσα; μέσα στο χωριό όλο;

[13:04] Ψ.Φ. Και αυτός που πάει για Καλαμπάκα

[13:10] Π.Β. Τότε έφτιαναν μόνο να έρχονταν κάνα αυτοκίνητο…δεν ήταν τότες…

[13:20] Ψ.Φ. Τα έφτιαχναν οι εργολάβοι ή άνθρωποι του χωριού έρχονταν και βοηθούσαν;

[13:25] Π.Β.  Όχι εργολάβοι…ναι εργολάβοι

[13:35]  Σ.Ν. Πώς περνούσατε;  Πώς διασκεδάζατε;  Πώς περνούσατε στις γιορτές; Στους γάμους; Τι κάνατε;

[13:48]  Π.Β. Εσφαζάμε [σφάζαμε] τα γρούνια [γουρούνια] τα Χριστούγεννα… Του Πάσχα αρνάκια… είχαμε βιός τότε, ετρωγάμε [τρώγαμε], έπναμε [πίναμε] εφερνάμε [φέρναμε] και όργανα, χορεύαμε [γελάει]

[14:05] Ψ.Φ. Ήσασταν ευτυχισμένοι δηλαδή παρόλο τις δυστυχίες που είχατε

[14:10] Π.Β. Ναι. αλλά είχαμε πολλοί, πολλοί πολέμ’ [πολλούς πόλεμους]  Ιταλοί, Γερμανοί, Άγγλοι και οι αντάρτες από κουντά [κοντά] περάσαμε φόβο μεγάλο. Να είμαστε όξω στα τέτοια, στα δάση. Να έχεις και κούτσικα μικρά. [μικρά παιδιά]

[14:37] Ψ.Φ. Για πόσο καιρό ήσασταν στο δάσος; Στο δάσος για πόσο καιρό μείνατε;

[14:43] Π.Β. Μέρες, μήνες.

[14:45] Ψ.Φ. Μήνες;

[14:46] Π.Β.  Μήνες.  Το καλοκαίρι ήταν ζέστα [ζέστη], το χειμώνα τι έφτιανες [τι έκανες].  Έφτιαναμε [φτιάχναμε] κάτι παλιοκάλυβα [καλύβες] εκεί και στριμουχνάμε [στριμώχναμε] μέσα και μια φωτιά στ’ μέσ’ [στη μέση] και περνούσε  ο καιρός. Πού να πάενες [πήγαινες] στο ολούρι [τριγύρω εκεί] έχς σπίτ’;[έχεις σπίτι;] Να σημάσεις [μαζέψεις] τη φαμλιά [οικογένεια], να τιθιώσεις [να κάνεις διάφορα πράγματα], δεν μπορείς.

[15:17] Ψ.Φ.  Γενικά όμως μετά έχτισαν όλοι σπίτι και έτσι και ξαναμπήκαν;

[15:21] Π.Β. Ναι πρώτα μας εύτιασε [έφτιαξε] η ούντρα [Ο Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών ή αλλιώς –όπως είναι ευρύτερα γνωστός– UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) ήταν διεθνής οργανισμός περίθαλψης, κυρίαρχο ρόλο στον οποίο διαδραμάτιζαν οι ΗΠΑ, αλλά εκπροσωπούσε 44 έθνη. Ιδρύθηκε το 1943, έγινε μέλος των Ηνωμένων Εθνών το 1945, και σταμάτησε τις επιχειρήσεις του σε μεγάλο βαθμό το 1947 [1]. Ο σκοπός του ήταν να «προγραμματίζει, να συντονίζει, να διαχειρίζεται ή να μεριμνά για τη διαχείριση των μέτρων περίθαλψης των θυμάτων πολέμου σε κάθε μέρος υπό τον έλεγχο κάθε έθνους των Ηνωμένων Εθνών σε τομείς όπως η σίτιση, τα καύσιμα, η ένδυση, η παροχή καταφυγίου και άλλες βασικές ανάγκες, όπως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και άλλες υπηρεσίες»] έλεγαν.

[15:27] Μας έφτιασαν από ένα δωμάτιο και μια σάλα έτσι να βγαίνουμε όξω. Από τότε εκεί κοντά, μετά από δυο χρόνια, αρχίζαμε και τα ‘φτιανάμε [φτιάχναμε] κοντά μοναχοί [μόνοι] μας τα σπίτια.  Ήταν εκεί στο χωριό κάτι μαστόροι  και τα έφτιαχναν. Τα φτιασαν [έφτιαξαν] όλα. Είχαμε κάτ΄ [κάτω] στο χωριό μας πριν χρόνια και ήταν σ’ πάν’ [από πάνω] από τα χωριά κείνα μακριά και ήταν μαστόροι γεροί [πολύ καλοί]. Έφτιασαν εκεί στο χωριό μας…

[16:09] Ψ.Φ. Με πέτρα.

[16:10] Π.Β. Ναι έφτιαναν αράδα [στη σειρά/πολλά] γιατί εκείνα τα χωριά πάνω είναι όλο μαστόροι τέτοιοι.  Ήρθαν κοντά σ’ κατ’ [προς τα κάτω] εδώ στην Οξύνεια, στην Αγναντιά, Αγιόφυλλο [όλα είναι χωριά ορεινά και ημιορεινά χωριά του Δήμου Μετεώρων] σαπέρα [προς τα εκεί]  όλα τα χωριά τα φτιασάμε [φτιάξαμε] σιγά σιγά, σιγά σιγά, τι να έκαμαμεν;[τι να κάναμε;]

[16:39] Ψ.Φ.  Και μετά στη ζωή σας γενικά, στην καθημερινή ζωή, πώς περνούσε ο χρόνος δηλαδή, πηγαίνατε σπίτια άλλων, πώς;

[16:49] Π.Β.  Πώς, πώς παενάμε [πηγαίναμε] στη γειτονιά, ερχόταν.

[16:53] Ψ.Φ.  Επισκέψεις δηλαδή.

[16:54] Π.Β . Ναι, ερχόταν, έρχονταν ο κόσμος, όλοι εκεί στην γειτονιά, δεν έβγαλαμε ντιπ [δεν ανταλλάξαμε κουβέντα] να μαλώσουμε; δεν μάλωσα καμιά φορά. Κάθε ένας έχει το σπίτι του

[17:19]  Ψ.Φ. Και απλά επιβιώνατε ας πούμε και υπήρχαν και οι σχέσεις οι φιλικές που διατηρούσατε στο χωριό.  Υπήρχαν ας πούμε φίλοι κοντινοί συγγενείς;

[17:34] Π.Β. Ναι, ναι, κάναμε πανηγύρια.

[17:38] Ψ.Φ. Για πείτε μας γι’ αυτά λίγο.

[17:39] Π.Β. Πανηγύρια και χορούδια [χορούς] και ας ήμασταν νησκοί [νηστικοί] [γελάει..]

[17:47] Ψ.Φ. Αυτό μετρούσε.

[17:50]  Σ.Ν. Γλεντούσατε. Πώς, μια συνηθισμένη μέρα σε ένα πανηγύρι πώς περνούσατε; Θα μας πείτε πώς γλεντούσατε;

[18:03] Π.Β. Είχαμε όργανα.

[18:05] Σ.Ν. Με όργανα. Ζωντανή μουσική.

[18:08] Π.Β.  Αϊντε πάενε [πήγαινε] του κλαρίνο και του νταούλ [γελάει] [είχαμε κλαρίνα και νταούλια]

[18:13]  Σ.Ν. Τραγουδούσατε και χορεύατε. Χορεύατε.

[18:17] Π.Β. Τραγδούσαμε [τραγουδούσαμε] κιόλας και χορεύαμε και…

[18:19] Σ.Ν. Θυμάστε κάποιο τραγούδι;

[18:22] Π.Β. Αυτά τα ‘χναν οι οργανοπαίχτες.

[18:31] Ψ.Φ. Μεταξύ σας εκεί στο χωριό οι χωριανοί, το Πάσχα ή διάφορες άλλες εκδηλώσεις είχατε τοπικά τραγούδια; Που τα λέγατε εκεί;

[18:41] Π.Β. Ναι  εμπαινάμε εμείς οι γνέκες [μπαίναμε εμείς οι γυναίκες]

[18:44] Ψ.Φ.  Και λέγατε τραγούδια;

[18:47] Π.Β. Τραγούδια…τώρα δεν θυμάμαστε [θυμόμαστε]  κανένα, μας πέθαναν οι τηλεοράσεις μας πέθαναν [γελάει] τα κολουκίθια [κολοκύθια εννοεί οτι τώρα μόνο με την τηλεόραση διασκεδάζουν και με άλλα μέσα]] εκείνα εκεί. Πάνε τα τραγούδια χαίροσαν [χαιρόσουν]  να τα ακούς.

[19:03] Ψ.Φ. Πότε τα τραγουδούσαν συνήθως; Τα τραγούδια αυτά, σε ποιες περιστάσεις, περιπτώσεις; Σε γάμους, στο Πάσχα; Πότε; Στο Χριστούγεννα;Πότε τα τραγουδούσαν;

[19:21]  Π.Β. Τα Χριστούγεννα μεγάλες γιορτές,  τις μεγάλες γιορτές. Τώρα στο χωριό εμείς, τώρα το καλοκαίρ’, έχν τέτοιο [το καλοκαίρι έχουν τέτοιο]… γλεντάν στο χωριό.

[19:38] Ψ.Φ. Πανηγύρι

[19:32] Π.Β.  Ναι, είναι ο πρόεδρος, είναι και μια γνέκα [γυναίκα] και το αυτό, πληρώνουν ο κόσμος λίγο και βγαίνουν πέρα και τραγδούν [τραγουδούν] όλη νύχτα [γελάει] κάτω στο σχολείο εκεί είναι και  η πλατεία  η μεγάλη. Είναι κι άλλη πλατεία εδώ που έχουμε εμείς τα σπίτια, το έχουμε μπροστά έτσια [έτσι], όπως είναι εδώ και σημότερα [κοντύτερα][δείχνει έξω από το τωρινό σπίτι της ] ο δρόμος.

[20:16]  Σ.Ν. Ευχαριστούμε πολύ, κυρία Βαΐα. Μας δώσατε πολλές πληροφορίες. Θέλετε να προσθέσετε κάτι άλλο. Θέλετε να μας πείτε κάτι άλλο;

[20:29] Π.Β.  Τι να πούμε;

[20:33] Σ.Ν. Κάποια ανάμνηση; Η πιο όμορφη στιγμή που θυμάστε;

[20:40] Π.Β. Αυτά είναι, τότε δεν είχαμε άλλα αυτά να γκιζερνάμε [να γυρνάμε/να κάνουμε βόλτες]  με τα αυτοκίνητα και με τα τέτοια όπου πάεναμε περπατούντα. [πηγαίναμε περπατόντας]

[20:53] Ψ.Φ. Ή με τα ζώα, έτσι;  Είχατε και τα ζώα, έτσι;

[20:55] Π.Β. Ναι. Έχουμε πολλά εξωκλήσια εμείς στο χωριό μας και παενάμε  περπατούντα [πηγαίναμε περπατώντας] Στον Άγιο Νικόλα πέρα στο βουνό. Ήμασταν φιλενάδες, έτσι από κει απ’ τη γειτουνιά [γειτονιά] ελεγάμε [λέγαμε] θα πάμε στον Άγιο Νικόλα; Γιατί είναι στις 17, τώρα το Μάη.  Πάμε, ε  σκωνομάσταν [σηκωνόμασταν] νύχτα, μεσάνυχτα, πέρα στο βουνό εμείς, περπατούντα [περπατώντας], πίσω δώθε περπατούντα [περπατώντας].  Θέλαμε να περπατάμε και περασάμε [περάσαμε] μια χαρά. Οι γνέκες [γυναίκες] οι άλλες  ήμασταν τέσσερις εμείς, πάεναμε…. [πηγαίναμε]

[22:01] Σ.Ν. Μόνες σας περπατούσατε;   Οι γυναίκες μόνες περπατούσαν;

[22:05] Π.Β.  Μόνες! Ήταν και μακριά.

[22:11] Ψ.Φ. Δεν φοβόσασταν τότε ε;

[22:12] Π.Β.  Εκεί πέρα έψηναν αρνιά, έψηναν σούβλες, έψηναν τέτοιο. Τον έχουμε αυτόν τον Άγιο Νικόλαο…. Πάμε. Τώρα κάτσε Βαίτσα [γελάει]. Καλά λέω βρε παιδιά μου, τι να σας πω.

[22:39]  Ψ.Φ. Ευχαριστούμε πολύ για την προφορική αυτή μαρτύρια.

[22:45]  Σ.Ν. Για όλες τις πληροφορίες, την αφήγησή σας.

[22:53] Π.Β. Πέρασαμε φτώχια παιδιά. Σωπάτε είστε μια χαρά,υγεία να έχετε.

[23:02] Σ.Ν. Ταλαιπωρηθήκατε πολύ εμείς αυτά δεν τα ξέρουμε.

[23:05] Π.Β. Αμ να ‘σαι και έγκυα  [να είσαι και έγκυος]  και να πας να θερίς [θερίσεις] με εννιά μήνες. [εννέα μηνών] πώς θα το βγάλεις αυτό το τέκνο [το παιδί εννοεί].

[23:20] Σ.Ν. Δουλεύατε και τότε έτσι.

[23:22] Π.Β.  Πολύ, πολύ εμείς κιόλας ήμασταν οικογένεια.

[23:26] Σ.Ν. Ποιος τα μεγάλωνε τα παιδιά;

[23:28] Π.Β. Τα παιδιά όταν τα ‘κανα εγώ οσότου  [όσο] τα βίζανα [τα θήλαζα], τα βίζανα [τα θήλαζα] εγώ δυόμισι χρόνια, του Βασίλη εδώ… [δείχνει το γιό της] έφαγε γάλα καλό [γελάει] του γάλα της μάνας είναι καλό. Τώρα δεν θα τθιος [εννοεί δεν τα θηλάζουν] αμέσως τα δίνουν  δεν τα δίνουν θκότς [δικό τους]  γάλα, να πάρουν του γάλα της μάνας να είναι δυνατά τα παιδιά.

[24:02] Σ.Ν.  Όταν πηγαίνατε στη δουλειά ποιος τα μεγάλωνε τα παιδιά; Ποιος  τα πρόσεχε;

[24:06] Π.Β. Η πιθυρά μ’ [η πεθερά μου] Όποιος είχε πιθυρά [πεθερά] , τ’ αφνε [τα άφηνε τα παιδιά εννοεί]. Πού α τα’ άφναμε; [που να τα αφήναμε;] Πού;  Καμπουθινά; [πουθενά] Άμα δεν έχεις άνθρωπο μέσα, είχα και τα πιθερκά  [πεθερικά] εγώ. Εγώ πέρασα 56 χρόνια μαζί. 56 χρόνια!! Α κάτστε και ‘σείς τώρα.,[άντε καθήστε και εσείς τώρα]  μη… [γελάει]

[24:44] Ψ.Φ. Είναι υπόθεση.

[24:45] Π.Β. Ούτε τους πατεράδες και τους παππούδες δεν τα θελν’ ντιπ τώρα [δεν τους θέλουν καθόλου τώρα].  [γελάει]

[24:50] Σ.Ν.  Δεν έχουν υπομονή οι νέοι.

[24:53] Π.Β.  Αααχχ.

[24:58] Π.Β. Είναι μαθμένες στο… να παένουν  τα τσιγάρακια και τα καφιδάκια [είναι μαθημένες να πηγαίνουν για τσιγάρα και καφέδες]. Αααχχχχ. Ούτε τς αντροι τς δεν κοίταν. [ούτε τους άνδρες τους δεν κοιτάνε]

[25:13] Σ.Ν.  Οι γυναίκες τότε στο σπίτι πώς τους αντιμετώπιζε; Πώς αντιμετώπιζαν τις γυναίκες, άφηναν οι άντρες να γυρίζουνε ελεύθερες;

[25:27] Π.Β. Δεν γυρνούσαμε  μαναχές  [μόνες] μας εμείς,  γναίκες [γυναίκες] εμείς ετότε δεν γίνονταν όπως είναι τώρα.

[25:35] Ψ.Φ.  Έπρεπε να είναι κάπως ντυμένες;

[25:37] Π.Β. Θα άφηνα τον άντρα μου εγώ και θα πάνω πιάσω τον χαζόν τον άνθρωπο [εννοεί θα βρεί άλλον άνδρα] ; Τι τον ήθελα; Τι τον ήθελα;

[25:48] Ψ.Φ.  Ήταν από φόβο προς τον άντρα ή όλοι σκέφτονταν έτσι τότε;

[25:55] Π.Β.  Ναι, ναι.

[25:56] Ψ.Φ.  Όλοι σκέφτονταν έτσι τότε.

[26:00] Π.Β. Όλοι, δεν ήταν τόσο. Αφου σι λέω αρραβωνιάσκαμε [αφού σου λέω αρραβωνιαστήκαμε]  ούτε στο σπίτ’ να ‘ρθει, ούτε να πάμε. Ήρθε η ώρα, στεφανώθκαμε, εβάλαμε τα τέτοια τ’ Θεού στο κεφάλι μας. [στεφανωθήκαμε, βάλαμε τα στέφανα ενώπιον του Θεού]

[26:19] Σ.Ν. Οι άντρες πρόσεχαν τις γυναίκες;

[26:21] Π.Β. Τς πρόσεχαν, τς πρόσεχαν. [τις πρόσεχαν]  Σαματι αυτοί [μήπως αυτοί], δεν είχαν; δεν δούλευαν; και θέρο [θέρισμα] και χωράφια και τέτοιο. Να ‘χεις ένα ζευγάρι βόδια και να… πότε να τα σκολάσεις τα χουράφια [πότε να τελειώσεις τα χωράφια]. Τώρα έχουν τα τρακτέρια, έχουν εκείνα, έχουν τα άλλα μηχανές, έχουν τέτοια.

[26:46] Ψ.Φ. Πιο εύκολα τώρα.

[26:47] Π.Β. Ε, μα χαζαμάρες. Είχαμε δυσκολία, ημείς. Είχαμε δυσκολία μεγάλη και τιμωρία. Να γεννάς και από 9 η πιθηρά μ’ [η πεθερά μου εννοεί ότι γέννησε 9 παιδιά].  Εκατσάμε [καθήσαμε] τελευταία με τον άντρα μου. Έλεγε ο.. Γιαννούλα τον έλεγαν, τώρα Βαΐτσα τι θα φτιάξομε; [τι θα κάνουμε;] Δεν θα φτιάσουμε τίποτα, λέω, θα φτιάσουμε να καθίσουμε στο σπιτάκι, λέω, να κοιτάξουμε τον πατέρα σου λέω γιατί  τον έχουμε πέρα στα πρόβατα, λέω, στα γίδια, λέω. Είχε, ο πιθιρός μου είχε 70-80 χρόνια [ο πεθερός μου ήταν 70-80 χρονών]. Βοσκούσε τα γίδια στο δάσος, σαπέρα. [μακρία]. Τότε ήταν τιμωρία και οι νέοι και οι μεγάλοι μην έχουμε πάλι τέτοιο. [Πόλεμο εννοεί και φτώχεια]

[27:57] Ψ.Φ. Μακάρι να μην έχουμε.

[28:01] Π.Β. Δεν βλέπω καλά εδώ κάτι λένε,  τι έπαθαν, τι έπαθαν! Τιιι  φτιάχν’ αυτού μέσα στην τηλεόραση. [εννοεί τι γίνεται στον κόσμο, και τι δείχνει η τηλεόραση].

[28:16] Ψ.Φ. Ευχαριστούμε πολύ για όλες τις πληροφορίες.

Περίληψη
Η Βαΐα Παπαχρήστου μοιράζεται την ιστορία της ζωής της, από τον γάμο της το 1951 μέχρι τις δυσκολίες και τις χαρές της καθημερινής ζωής στο χωριό. Μέσα από τη συνέντευξη, αποτυπώνονται οι παραδοσιακοί τρόποι γνωριμιών και γάμου, η αγροτική εργασία, η ζωή μέσα σε πολυμελείς οικογένειες, οι δυσκολίες του πολέμου και της μεταπολεμικής περιόδου, καθώς και η αλληλεγγύη μεταξύ των χωριανών. Η μαρτυρία της αποτελεί ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για την καθημερινότητα και τις κοινωνικές δομές μιας άλλης εποχής.
Αφηγητές/τριες
Θέματα
Χρονολογίες
Ετικέτες
Τοποθεσίες
Ημερομηνία Συνέντευξης
Διάρκεια
wpChatIcon
wpChatIcon
Search
Close this search box.
Search
Search
Close this search box.
Search
Close this search box.
Search
Close this search box.