Αποστολή της KDK είναι η παροχή παραδοσιακών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών πληροφοριακού, εκπαιδευτικού, πολιτιστικού και ψυχαγωγικού περιεχομένου, με σκοπό την ενίσχυση της κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής ζωής των κατοίκων της Καλαμπάκας
Εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις πραγματοποιούνται στο χώρο της Βιβλιοθήκης, στις κοινότητες του Δήμου Μετεώρων, αλλά και σε πανελλαδικό και διεθνές επίπεδο.
Αποστολή της KDK είναι η παροχή παραδοσιακών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών πληροφοριακού, εκπαιδευτικού, πολιτιστικού και ψυχαγωγικού περιεχομένου, με σκοπό την ενίσχυση της κοινωνικής, πολιτιστικής και οικονομικής ζωής των κατοίκων της Καλαμπάκας
Εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δράσεις πραγματοποιούνται στο χώρο της Βιβλιοθήκης, στις κοινότητες του Δήμου Μετεώρων, αλλά και σε πανελλαδικό και διεθνές επίπεδο.
[00:01] Μ.Ε. Βρισκόμαστε στη Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας, σήμερα έχουμε 31 Ιανουαρίου του 2025 . Σας ευχαριστούμε πολύ που ήσαστε εδώ, πολύ ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σας. Εγώ είμαι η Μουσκευταροπούλου Ελένη, Βιβλιοθηκονόμος στη Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας .
[00:21] Σ.Ν. Και εγώ είμαι η Νικολέττα Σιώρη επίσης Βιβλιοθηκονόμος της Βιβλιοθήκης.
[00:25] Ζ.Κ. Να είσαστε καλά κορίτσια σας ευχαριστώ.
[00:28] Σ.Ν. Σας ευχαριστούμε, θα θέλαμε να ξεκινήσουμε να μας πείτε πρώτα λίγα λόγια για εσάς , ποια χρονολογία γεννηθήκατε, που γεννηθήκατε λίγο να μας περιγράψετε τα παιδικά σας χρόνια.
[00:44] Ζ.Κ. Στην Καστανιά [Η Καστανιά ή Καστανέα Καλαμπάκας είναι οικισμός στη Θεσσαλία και την Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων] γεννήθηκα, εγώ γεννήθηκα το 1935 αλλά μ’ έχουν βάλει το 1936 λόγω του ότι είχαν καλύτερα δημοτολόγια στο χωριό. Δεν είχαν αφήσει τίποτα, δεν υπήρχαν σπίτια, μόνο εκκλησίες και μία εκκλησία την έκαψαν και αυτή δεν ξέρω αν έχετε ‘ρθει στην Καστανιά επάνω στην Αγία Τριάδα στο γήπεδο, αυτή την εκκλησία έκαψαν εξωκκλήσι βέβαια και γιορτάζουν κάθε Αγίου Πνεύματος αλλά την έκαψαν γιατί είχαν οι Εγγλέζοι όπλα μέσα, στρατιωτικά είχαν Εγγλέζοι στο χωριό εγκατασταθεί. Δεν είχαν έρθει ακόμη οι Γερμανοί, μπήκαν οι Γερμανοί και μετά ήρθαν και αυτοί και ήταν δίπλα στο σπίτι μας όλο επάνω που πάμε για το ξενοδοχείο, είχαν κάτι σκηνές μεγάλες εν πάση περιπτώσει όταν ήρθαν οι Γερμανοί φύγαμε πρωί-πρωί, ακούσαμε ότι έρχονται οι Γερμανοί βέβαια ήταν στην Καλαμπάκα μας έλεγαν οι γονείς μας φεύγουμε οι Γερμανοί θα έρθουν να μας κάψουν που να ξέραμε εμείς τότε όπως είναι σήμερα τα μικρά που βλέπουν τα πάντα. Φορτώνουν τα ζώα οι πατεράδες φεύγουμε, ξεκινήσαμε για το βουνό επάνω, κάπου δύο ώρες από το βουνό επάνω από το χωριό, εγκατασταθήκαμε εκεί πρόχειρα το βράδυ έξω αλλά ήταν καλοκαίρι. Ήμασταν 4 οικογένειες μαζί, ο Βαρβάρης ο μπάρμπας μου ο Λεωνίδας, ο Τρύπας ο Αλέκος ο γιατρός και ο Δημήτρης Κοντογιάννης αυτές οι οικογένειες ήμασταν και εκεί είχαμε και τη γιαγιά του μπάρμπα του Βαρβάρη έφτασε τα 100 χρόνια μεγάλη και μέσα εκεί στις οξιές από κάτω σε φύλλα στεγνά ήμασταν. Το πρωί λέει ο μπάρμπας μου, είχε γυρίσει από το Αλβανικό μέτωπο, ήταν αξιωματικός δεν είμαστε καλά εδώ λέει σε περίπτωση που έρθουν οι Γερμανοί λέει δεν θα έχουμε διαφυγή, να φύγουμε να κρυφτούμε. Θα αλλάξουμε θέση και φύγαμε αλλού, φόρτωσαν πρωί χαράματα. Μείναμε εμείς με ένα παιδί, Μπούλη τον λέγαμε αλλά Χαράλαμπος Κοντογιάννης λέγονταν ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερος από εμένα. Μείναμε εκεί μέχρι να έρθουν δεύτερη φορά γιατί έβαλαν τις γιαγιές στα άλογα καβάλα, έβαλαν και πράγματα σκεπάσματα τέτοια, λίγο αλεύρι, λίγο αλάτι. Φεύγουν αυτοί ήρθαν δεύτερο δρομολόγιο να μας πάρουν, κρυώναμε εμείς και βγήκαμε από τις οξιές όπως ήμασταν άρχισε ο ήλιος και έβγαινε, εν’ τω μεταξύ κάτω από εμάς δίπλα ήταν άλλες οικογένειες και έπεσαν επάνω σε αυτές οι Γερμανοί και ρίχνανε αλλά είχαν φύγει και αυτοί πρόλαβαν σκούζανε και ζώ, εμείς λαχταρήσαμε είναι κάτι μικρές οξιές χαμηλές και μεγάλες σ’ αυτές τις μικρές οξιές είχαμε μπει μέσα όπως κρύβονται τα πουλάκια. Πέρασαν αυτοί 7,8,10 τέλος πάντων δεν τους μετρήσαμε με ακρίβεια αλλά ήταν ένας μπροστά πολίτης, όπως έχει η εγγονή μου το παλτό έτσι και αυτός είχε και μία γκλίτσα στο χέρι και γυαλιά μαύρα θυμάμαι αυτόν μπροστά, κατέβηκαν στο μονοπάτι γιατί πήγαινε προς τα κάτω το μονοπάτι πήγαινε και προς τα πάνω το μονοπάτι που έφυγαν οι δικοί μας. Με αυτό που έκαναν σκορπίσαμε εμείς φοβηθήκαμε μην έρθουν κι άλλοι Γερμανοί. Εγώ έφυγα κάτω δίπλα, έπεσα σ’ ένα ρέμα χαμηλά σε νερό ο άλλος ο Χαράλαμπος έφυγε προς αλλού. Όλα τα βουνά ήταν γεμάτα κόσμο, πολλές οικογένειες Αμάραντος [Αμάραντο είναι χωριό και έδρα ομώνυμης τοπικής κοινότητας, της δημοτικής ενότητας (τέως δήμου) Καστανιάς, του δήμου Μετεώρων, της περιφερειακής ενότητας (τέως νομού) Τρικάλων, στην περιφέρεια Θεσσαλίας] Καστανιά και χαθήκαμε. Εκεί που ήμουνα εγώ στο ρέμα ήταν μονοπάτι, βλέπω πιο πάνω τον νονό μου, έναν παππού Θεόδωρος Μπαμπούκας είχε ένα μουλαράκι ήθελε να του δώσει νερό στο ρέμα να πιεί και να πάρει και αυτός νερό καθαρό νερό του βουνού. Τον βλέπω εγώ έκλαιγα, μου λέει έλα εδώ κουμπάρε ήμουν βαφτιστήρι τους, με παίρνει με πάει σε κάτι ελατάκια μέσα, έκαναν τραχανά σ’ ένα κατσαρολάκι μικρό δεν είχε παιδιά. Με κράτησε εκεί το βράδυ και είχα χτυπήσει το ποδάρι [πόδι] εκεί σ’ ένα ξερό δέντρο και έβγαλε η νονά μου η συγχωρεμένη το μαντήλι και έκοψε λίγο και μου έδεσε το ποδάρι και λέει που πήγαν οι άλλοι οι δικοί σας; Δεν ξέρω λέω άκουσα λέω στα μαντριά του Ζάνη, ήταν κτηνοτρόφοι εκεί με πρόβατα. Κατάλαβε αυτός, το πρωί με παίρνει, παππούς ήταν, καβάλα στο άλογο αυτός μπροστά εγώ από πίσω βγήκαμε ψηλά. Μόλις βγήκαμε ψηλά στον αυχένα επάνω στο πολιτίδο που λέμε εμείς δίπλα στην Πιθόκα (αναφέρεται σε τοποθεσίες στην ευρύτερη περιοχή) με άφησε να ο πατέρας μου ερχόταν να κατεβεί κάτω για να μας βρει. Που είναι ο Χαραλάμπος; Αλλού έφυγε λέω ξέρω και εγώ κατά πού έκανε; Πιο πέρα να και ο πατέρας του, τον βρήκε όμως είχε πάει σε κάτι Αμαραντιώτες [από τον Αμάραντο] έπεσε εκεί.
[07:04] Τέλος πάντων μετά αφού πέρασαν μέρες, πόσες μέρες καθίσαμε δεν ξέρω πόσες ακριβώς γυρίσαμε στο χωριό. Γυρίζαμε στο χωριό και όπως κατεβαίναμε κάτω καλά καλά στο βουνό τρέχαμε ξανά είχαμε χαθεί παιδιά κι άλλα παιδιά τρέχαμε γιατί ρίχνανε τα αεροπλάνα κάτι βιβλιαράκια μικρά μέσα στις οξιές και να περνάνε τα αεροπλάνα και να μετράς εμείς πιτσιρικάδες καθόμασταν μετρούσαμε 40, 50 αεροπλάνα και από ότι έλεγαν τότε γερμανικά στούκας, αυτά κατεβαίνανε για εδώ να βομβαρδίσουν τα Τρίκαλα, την Λάρισα έλεγαν, ακούγαμε τους μεγάλους εμείς δεν ξέραμε. Γυρίσαμε την πρώτη δόση γιατί μα έκαψαν δύο φορές το χωριό. Είχαν φύγει οι Γερμανοί μια δόση και όπως κατεβαίναμε κάτω άρχισε βροχούλα έτσι θυμάμαι και μόλις προτού δούμε το χωριό από πάνω που φαίνεται σε αυτό το μονοπάτι ήταν μία γιαγιά από εδώ και ένας παππούς από εκεί σκοτωμένοι φαινόταν τα μάτια τους έτσι [δείχνει τα μάτια του αναπαριστώντας πως ήταν] εμείς ούτε μπροστά πηγαίναμε ούτε πίσω από τον φόβο. Πιο κάτω ήταν ο Κοσμάκης σκοτωμένος ο Βαγγέλης ο μεγάλος σ’ ένα καλαμπόκι στην άκρη εκεί. Πιο κάτω μία ήταν παντρεμένη στου Ζάχου [αναφέρεται σε ονόματα συντοπιτών του], Μαρία Ζάχου λέγονταν. Μετά πήγαμε στο χωριό, τι να δεις, τα σπίτια έβγαζαν καπνό, ήταν όλα καταή [κάτω στη γη], τα σπίτια έβγαζαν καπνό ήταν παλιά, σπίτια μεγάλα με πλάκες δεν είχαν τότε κεραμίδια και τσίγκια [τσίγκο] πέτρινες πλάκες επάνω.
[09:02] Ξαναέρχονται οι Γερμανοί πάλι στο βουνό τότε φύγαμε ύστερα το φθινόπωρο δεν καθίσαμε στο χωριό εμείς κατεβήκαμε στου Σιαμάδες πάνω από τον Άγιο Νικόλα (αναφέρεται στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Σιαμάδων στην Καστανιά) στο μοναστήρι πιο πάνω είναι ένα εξωκκλήσι η Παναγία και εκεί ήταν ένα δωμάτιο τα είχαν κάψει οι Γερμανοί ποιος ξέρει γιατί, έμενε μια θεία εκεί ήταν πρόβατα, ζώα με τα τυριά της. Μείναμε εκεί, ήμασταν και δικοί μας συγγένεια. Μετά την άλλη χρονιά άρχισε, γυρίσαμε στο χωριό τι να πιαστούμε, μας έφτιαξαν εκεί κάτι σπίτια η UNRA [ Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών ή αλλιώς –όπως είναι ευρύτερα γνωστός– UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation Administration) ήταν διεθνής οργανισμός περίθαλψης, κυρίαρχο ρόλο στον οποίο διαδραμάτιζαν οι ΗΠΑ, αλλά εκπροσωπούσε 44 έθνη] λέγαν έτσι είχαν πει από δύο δωματιάκια μέχρι πότε να τα φτιάξουμε άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος. Κατεβαίναμε στην φάρμα, αν ξέρετε, κάτω στα χάνια, κάτω από την Καστανιά, κάμποσο καιρό. Μετά μας στρίμωξαν άσχημα, μας μαζέψαν εδώ στις πόλεις, τελείωσαν οι Γερμανοί όμως, τότε λέμε για τον εμφύλιο.
[10:15] Οι Γερμανοί έκαναν ζημιά βέβαια, σκότωσαν ακούγαμε από επάνω από το χωριό ρίχνανε απέναντι σκότωναν κόσμο. Ένας γείτονας από το χωριό μου Κώστας Ντάφης και άλλοι από τη γειτονιά ένας μπάρμπας Νικόλας Τζίμας, δύο μέτρα άντρας παππούς με τον σκούφο του κάτω από το άλογο τον έριξαν, σκότωσαν πολλούς 90 τόσα άτομα στο χωριό και είχαν πιάσει οι Γερμανοί την αδερφή μου τη συγχωρεμένη κι άλλα 45-50 άτομα, τους είχαν στην εκκλησία μέσα στον Άγιο Αθανάσιο (Εκκλησία στην Καστανιά). Εάν σε περίπτωση σκότωνα έναν Γερμανό θα τους έκαιγαν μέσα αλλά ποιος να σκότωνε εμείς δεν είδαμε κανένα εναντίον τους μετά άρχισαν εδώ χαμηλά είχαν ξεκινήσει. Τέλος πάντων οι Γερμανοί δεν χάριζαν, όταν πρωτοήρθαν, ένας ήρθε που ακούγαμε έλεγε ο πατέρας μου ένας ήρθε και πέρασε επάνω γιατί έβλεπαν αυτοί, ο μπάρμπας μου είχε τα κιάλια ήταν αξιωματικός. Ένας είπε και ένας ήταν πίσω με ένα πολυβόλο. Στον Αμάραντο ο δρόμος δεν προχωρούσε να φτάσει πίσω στα Τρία Ποτάμια [Η τοποθεσία “Τρία Ποτάμια” είναι ένα σημείο όπου ενώνονται ο Κρανιώτικος ποταμός και το Ασπρόρεμα, δημιουργώντας τον Ασπροπόταμο, στην περιοχή του Ασπροποτάμου στην Πίνδο] κάπου επάνω εκεί σταματούσε, μόλις μπήκαν οι Γερμανοί, αυτός ο Γερμανός που ερχόταν χωρίς άλλοι να έρθουν μετά ήρθαν οι άλλοι με αυτοκίνητα. Είχαν αφήσει οι Εγγλέζοι εκεί ένα αυτοκίνητο στρατιωτικό, το έκαψαν οι Γερμανοί εκεί, οι Εγγλέζοι το παράτησαν έφυγαν με άλογα είχαν και αυτοί τα δικά τους.
[12:37] Τέλος πάντων έφυγαν οι Γερμανοί είχαμε άλλον πόλεμο μετά τον εμφύλιο, τότε τραβήξαμε τα πολλά, που να πάμε; Μείναμε εδώ δυόμισι χρόνια τρία που πηγαίναμε σχολείο, εγώ δεν έχω πάει σχολείο μέχρι τρίτη δημοτικού 18 Ιανουαρίου που είχαμε πάει στο χωριό το 1949 τον Οκτώβριο μήνα και τον Ιανουάριο έφυγα στα Τρίκαλα με πήρε ο μπάρμπας μου σαν ψυχογιό δεν ήταν παντρεμένος είχε την μάνα του, μία υπηρέτρια στα Τρίκαλα ότι είχε αρχίσει να κάνει τυροκομικά, τυρέμπορας. Αρραβωνιάστηκε και έλεγε η γυναίκα του, η αρραβωνιάρα του κύριε Λεωνίδα θα μπορεί αυτό το παιδάκι να δουλέψει; Αυτό το παιδάκι θα δουλέψει για πέντε άτομα λέει παρότι είναι μικρός λέει, ήμουν εγώ τότε το 1949-1950 δέκα χρονών, μικρός ήμουν αλλά με είχαν σαν… όχι 10 με 12 χρονών πρέπει να ήμουν. Με είχαν σαν παιδί δικό τους 3,4 χρόνια δούλευα στα γάλατα κανονικά χρόνια 25.
[14:04] Σ.Ν. Η υπόλοιπη οικογένεια; Η δική σας οικογένεια;
[14:08] Ζ.Κ. Οι δικοί μας τότε ήμασταν 6-7 αδέρφια, ένας ζει μόνο τώρα, εγώ και ένας ακόμη δύο ήμαστε που ζούμε οι άλλοι πέθαναν όλοι και από τις άλλες οικογένειες ας πούμε τώρα έχουν εγγόνια. Από τον μπάρμπα μου είναι δύο κορίτσια, ο Αλέκος ο Τρύπας έχει την Ρένα που την είχε ο Οικονόμου ο βουλευτής γυναίκα, είναι από την Καστανιά. Οι άλλοι έχουν πεθάνει, έχει μείνει η νεολαία, οι παππούδες έχουν φύγει όλοι.
[14:58] Σ.Ν. Τα αδέλφια σας όταν εσείς μείνατε με τον θείο σας που ήταν;
[15:03] Ζ.Κ. Τα αδέλφια, ο ένας ήταν 17 χρονών τότε, μετά κατεβαίναμε σιγά-σιγά τα χρόνια, στο χωριό που θα πάνε; Μετά που έστρωσε η κατάσταση, τελειώσαμε με τον εμφύλιο πόλεμο ήμασταν στο χωριό αλλά πολλοί μετά δεν γύρισαν άλλοι έφυγαν προς τα κάτω Βόλο, άλλοι Αθήνα, Λάρισα, Τρίκαλα πολλοί και εδώ είχαν μείνει κάμποσοι ε σιγά σιγά με τα κτήματα ζούσαμε αλλά περάσαμε μπόρες, δεν είχαμε να φάμε, πού φαΐ, ούτε λάδια είχαμε τίποτα, τίποτα άμα λέω εγώ τα εγγόνια μου ή το παιδί μου που λέω ή σε άλλους αχ το 1941 να δείτε τι είχε γίνει, α μωρέ αυτά είναι παραμύθια που μας λέτε. Δεν είναι παραμύθια, είναι αλήθεια βέβαια τέτοια χρόνια να μην έρθουν καμιά φορά. Περνάει και η πείνα περνάει και όλα περνάνε με υγεία και ησυχία αυτό να λέμε. Αυτά τα νέα μας , άλλο τι θέλετε να σας πω;
[16:33] Σ.Ν. Εμάς μας καλύψατε, με τις πληροφορίες που μας δώσατε ήταν πολύ χρήσιμες, όλη η αφήγηση που εξιστορήσατε. Αν θέλετε να προσθέσετε κάτι για τον εμφύλιο πόλεμο;
[16:47] Ζ.Κ. Για τον εμφύλιο πόλεμο, ήρθαμε εδώ εμείς πιάσαμε προς την μπουλιάνα (περιοχή της Καλαμπάκα)] που είναι ο Άγιος Δημήτριος χαμηλά εκεί κάθονταν κοντά σε εμάς ο Παντόπουλος, Παντοπουλαίοι ήταν 4-5 αδέλφια και απέναντι ήταν ένα σπιτάκι μικρό είχε τρία δωμάτια και ένα στην αυλή ήταν μια γιαγιά μόνη της έμενε σε ένα μικρό σπιτάκι δίπλα. Μέναμε 3 οικογένειες σε τρία δωμάτια όλοι μαζί και ήμασταν οικογένειες με μεγάλα παιδιά δηλαδή με πολλά παιδιά, εμείς ήμασταν 6-7 παιδιά, 9 με τους γονείς. Οικογένειες μαζί καθίσαμε γύρω στα 2,5 χρόνια νομίζω εμείς κάναμε σχολείο στον Άγιο Βησσαρίωνα πιο πάνω ο Πρόδρομος δεν θυμάμαι σε μια εκκλησούλα μικρή και είχαμε έναν δάσκαλο Χαρατσάρης λεγόταν αλλά θυμάμαι εδώ γιατί μας έφερναν εδώ στο μεγάλο το σχολείο που ήταν εκεί ένας δάσκαλος ψηλός, ωραίος στην αυλή Ψύρρας έπρεπε να τον έλεγαν και μετά που φύγαμε το 1949, τον Οκτώβριο μήνα για το χωριό επάνω πηγαίναμε στην εκκλησία στον Άγιο Γεώργιο στο γυναικείο, τώρα την κάναμε καινούρια την εκκλησία, είχαμε μία δασκάλα πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία, Άννα Ροδίτου ήταν αυτή. Έκαναν οι δάσκαλοι εδώ στην Καλαμπάκα έγραφαν εκθέσεις και βγήκε πρώτη και μας έκανε δώρο στο σχολείο δύο σημαίες με κοντάρια θυμάμαι και εγώ και ένα άλλο παιδί στις 25 Μαρτίου μπήκαμε στην εκκλησία, τότε η εκκλησία είχε μικρή πόρτα και χτύπησε θυμάμαι ο σταυρός επάνω εν πάση περίπτωση, τον άλλο χειμώνα έφυγα εγώ 18 Ιανουαρίου πήγα στα Τρίκαλα με είχε ο μπάρμπας μου στο σπίτι σαν ψυχογιό. Μετά μεγαλώσαμε, οι αδερφές μου παντρεύτηκαν, τα αδέρφια και αυτά παντρεύτηκαν, ο ένας είναι στη Ρόδο παντρεμένος και εγώ είμαι στην Καστανιά έχω πάρει γυναίκα από εδώ.
[20:02] Σ.Ν. Τι δουλειά κάνατε εσείς μετά;
[20:04] Ζ.Κ. Εγώ είχα χρόνια μετά στα Τρίκαλα 25 χρόνια από μικρός, στα τυριά δούλευα του μπάρμπα μου, φτιάχναμε τυριά, κασέρι και βούτυρο. Στα γάλατα ήμουν έξω στα χωριά, τότε το γάλα το δουλεύαμε στα χωριά έξω, τα χωριά είχαν πολύ γάλα τότε τα περίχωρα εκεί στα Τρίκαλα, Ράξα [Η Ράξα είναι οικισμός της Θεσσαλίας στην Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων], Αρδάνι [Το Αρδάνι είναι χωριό και έδρα ομώνυμης τοπικής κοινότητας, της δημοτικής ενότητας Παληοκάστρου, του δήμου Τρικκαίων], Παλιόπυργο [Ο Παλαιόπυργος είναι ένα χωριό του Νομού Τρικάλων], Μανδραβέλι [είναι ένα χωριό του Νομού Τρικάλων] εδώ Φάρμα αυτά είχε εννιά, δέκα χωριά ο μπάρμπας μου έπαιρνε πολύ γαλα.
[20:36] Σ.Ν. Πως συλλέγατε το γάλα τότε εκείνα τα χρόνια; Πως το μαζεύατε από τα χωριά;
[20:43] Ζ.Κ. Επιτόπου στο κάθε χωριό φτιάχναμε το τυρί δεν είναι όπως είναι τώρα, τότε εμείς φτιάχναμε για κασέρι δεν φτιάχναμε για φέτα, φέτα ίσα ίσα για υποχρεώσεις του αφεντικού. Το κασέρι το φτιάχναμε εκεί στο μπασκίτι το λεγόμενο που το λένε, μία μάζα κομμάτια μεγάλα όπως είναι το ψωμί που ζυμώνεις το μεγάλο, τέτοια σε δύο μέρες ανά δύο τρεις έφευγαν, πήγαιναν στο κεντρικό στα Τρίκαλα με τα άλογα φορτωμένα στα ζώα. Εκεί το επεξεργάζονταν γινόταν κασέρι [κίτρινο τυρί]. Δούλεψα εγώ έξω στα χωριά 7 χρόνια έξω και μετά πήγα στο κεντρικό σταθμό στα Τρίκαλα, στα κασέρια χρόνια 25 στα Τρίκαλα, ε δόξα τω Θεό!
[21:39] Σ.Ν. Δύσκολη δουλειά για εκείνα τα χρόνια;
[21:43] Ζ.Κ. Τότε η δουλειά δεν υπήρχε ρολόι, εγώ και τώρα έχω ρολόι δεν το φοράω δεν είμαι μαθημένος με το ρολόι που ξέραμε ρολόι και την νύχτα δουλειά το γάλα δεν σε περιμένει δεν είναι όπως είναι τώρα με τα συντηρητικά και με,με… αλλά τρώγαμε κασέρια τότε και βούτυρα και τυριά ωραιότατα, μοσχοβολούσαν τώρα λένε εγώ δεν θέλω να πω είναι συστήματα άλλα εντάξει. Εμείς έπρεπε τότε τουλάχιστον 35-40 ημέρες να ωριμάσει το τυρί μέσα, το κασέρι αλλιώς δεν το στέλναμε έξω. Δεν υπήρχε τότε παραφίνη που τα βάζουν τώρα και αυτά από έξω που το παραφινιάζουν . Τότε τα φτιάχναμε, τα βάζαμε τα κασέρια μόλις γινόταν, τα δοκίμαζε είχαμε μάστορα τότε δεν έκανε κασέρι όπως είναι τώρα άντε πάμε να φτιάξουμε, είχα πάει και στη σχολή στη Λάρισα εγώ στην Αβέρωφ Γεωργική Σχολή Λαρίσης 2 χρόνια και μαθαίναμε εγώ πήγαινα για θεωρία και πράξη ήξερα πρακτικό. Τώρα δεν υπάρχει τι κασέρι τώρα είναι αυτό; Αυτό που στέλναμε εμείς από τα χωριά, πήζαμε το γάλα, το μαζεύαμε και το στέλναμε για κασέρι είναι διαδικασία μεγάλη, ειδικά τότε τραβούσαν μαγιά είχε πολύ πράγμα. Πιο παλιά δεν υπήρχαν ψυγεία, στην Κορομηλιά παίρνανε, Μαυρέλι, Μέτσοβο, Χαλίκι και Κρανιά τα τυριά τα κρατούσαν εκεί μέχρι το Σεπτέμβριο- Οκτώβριο τα κατέβαζαν εδώ στην Καλαμπάκα στα τρένα και έφευγαν για Αθήνα. Τώρα είναι αλλιώς μην κοιτάς τώρα έχουν μονάδες τότε η κτηνοτροφία αν ξεκινούσες από εδώ τα ριζά μέχρι Λάρισα όλα κάμπος και τα χωριά πολλά πρόβατα πάρα πολλά και καλά γάλατα, γνήσια έβραζες γάλα πρόβειο και.. εγώ το γάλα ακόμη δεν το βαριέμαι. Βούτυρο και κασέρι δεν θέλω να φάω αλλά το γάλα μου αρέσει πολύ αλλά γάλα πρόβειο καλό. Δεν βαριέσαι αυτά τα νέα μας, περάσαμε μπόρες αχχχ…τώρα τελειώσαμε;
[24:59] Σ.Ν. Τελειώσαμε ναι ευχαριστούμε πάρα πολύ!
[25:01] Ζ.Κ. Εγώ σας ευχαριστώ για την παρέα
[….σε αυτό το σημείο επεμβαίνει ο νυν Πρόεδρος του χωριού Καστανιά, που ήταν και ο ίδιος παρών και τον ρωτάει για τα μονοπάτια και το πως ήταν το χωριό μεταπολεμικά, ωστόσο λόγω τεχνικού θέματος δεν καταγράφηκε η ερώτηση του..]
[25:06] Z.K. Μονοπάτια καλά περνούσαν ζώα φορτωμένα με χόρτα με…βέβαια νύχτα μέρα, είχε πολλά σπίτια η Καστανιά, είχε 300 σπίτια προπολεμικά είχε Δήμο πρωτού καούμε πιο παλιά είχε Δήμο, κεφαλοχώρι. Η Καστανιά είχε 24 τσιφλικάδες δεν ξέρω κατά πόσο τα χαρτιά γράφουν αλλά εμείς όπως ξέρουμε η Καστανιά ήταν εδώ χαμηλά στους Σαμάδες, στα χάνια που λέμε μέχρι στον Άγιο Νικόλαο στο Μοναστήρι [εννοεί την Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Σιαμάδων στην Καστανιά] πιο εδώ μέχρι κάτω εκεί λένε ότι ήταν αλλά τους έπιασε μια ασθένεια ξέρω εγώ αλλά λένε ότι οι τσιφλικάδες φτιάξανε εκεί τα πρώτα σπίτια και αυτά όταν έκαναν τα σπίτια ήταν πραγματικά δάσος και τώρα άμα είσαι μακριά δάσος φαίνεται. Όλα τα σπίτια ήταν με, εγώ θυμάμαι το δικό μας και κάτι άλλα, τα μεγάλα σπίτια 40 δωμάτια έλεγαν ότι είχαν έτσι θυμάμαι δεν πήγαμε και μέσα αλλά φαινόταν και του μπάρμπα μου που πηγαίναμε με τη μάνα μου όταν ήμουν μικρός χαγιάτια περνούσαν τα άλογα μέσα και κάτι πέτρες μεγάλες με ασβέστη γύρω γύρω με όλα. Διώροφα και υπόγεια γιατί είχαμε πολύ αμπελώνα η Καστανιά, στη Φάρμα εδώ απέναντι που λέμε που πάμε για Καλομοίρα [Η Καλομοίρα είναι οικισμός της Θεσσαλίας στην Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων], Χάνια είχε πάρα πολλά αμπέλια ζούσε η Καστανιά από τα αμπέλια, από τα κρασιά, από φασόλια που πουλούσαν καρύδια αλλά πολλοί ταξιδεύαν εποχιακές δουλειές όπως λέμε στα γάλατα. Μετά είχαμε εμείς έναν στον Βόλο Τσούγκος χαλβαδοποιεία Τσούγκος στο Βόλο, είχαμε στον Αμάραντο δίπλα ο Μάτης χαλβαδοποιεία έχει και στην Καλαμπάκα όμως και άλλοι είχαν, ένας Λεβέντης στην Αθήνα και ακόμη νομίζω βγάζει κουφέτα αυτοί ήταν οι τσιφλικάδες οι μεγάλοι μετά τα παιδιά τώρα, έφυγαν όλοι οι Δημακαίοι, ο Δημάκης δεν ήταν τσιφλικάς ο πατέρας του παιδιού.
Χάθηκαν αυτοί όλοι. Ο μπάρμπας μου ο Βαρβάρης ήρθε ο πατέρας του από την Αβδέλλα [Η Αβδέλλα είναι χωριό και έδρα ομώνυμης τοπικής κοινότητας και δημοτικής ενότητας, του δήμου Γρεβενών ] στην Ήπειρο. Αυτός ήρθε εδώ σαν κτηνοτρόφος είχε μόνο μία αδερφή που ήρθε από εκεί στην Καστανιά πήρε μια αδερφή μάνα του μπάρμπα μου και έμεινε τελευταία αυτή ήταν 5 αδερφές λεγόταν Μπαρούτας ο τσιφλικάς είχε μείνει το ένα κορίτσι τα άλλα είχε πάρει ο Πατραμάνης μία ο γιός του ήταν γιατρός εδώ απ’ το Μηλοχώρι [Το Μηλοχώρι (επισήμως Μηλοχώριον) είναι ορεινό χωριό της Ελλάδας, της περιφερειακής ενότητας (πρώην Νομού) Κοζάνης], ένας Συρόπουλος την άλλη πέντε πρέπει να ήταν αδερφές δεν είχε αγόρι πολλοί … 24 Τσιφλικάδες είχε η Καστανιά αλλά είχε λένε ότι είχε πολλά αρχαία στο χωριό πολλά τα πήραν αυτοί που ερχόταν από την Γερμανία γιατί ερχόταν μέσα στο χωριό αυτοκίνητο, μικρά αυτοκίνητα όταν φύγαμε εμείς από εδώ και ερχόταν πάνω κάποιος Μούχας έτσι τον λέγαμε ερχόταν με επιβατικό αυτοκίνητο δεξιά και αριστερά στην καρότσα μέσα είχε κάθισμα με τη σειρά, σανίδια έβαζαν και πράγματα μέσα.
[29:38] Σ.Ν. Για ποιο λόγο ερχόταν στο χωριό;
[29:41] Ζ.Κ. Αντί για λεωφορείο με τι να ερχόταν; Μετά είχαν αρχίσει, ένα άλλο εδώ ήταν ο Μάης Χρήστος αυτός είχε τα Χάσια [Τα Χάσια είναι βουνό της βόρειας Ελλάδας με υψόμετρο 1.564 μέτρα. Βρίσκονται στα σύνορα του Νομού Τρικάλων με τον Νομό Γρεβενών, βορειοδυτικά της Καλαμπάκας], Μαυρέλι [Το Μαυρέλι είναι ορεινό χωριό του νομού Τρικάλων] εδώ μέσα τα παιδιά του τα ήξερα.
Η Καστανιά ήταν…. αλλά δούλευε ο κόσμος δεν ήταν όπως είναι τώρα τότε δούλευαν είχαν χωράφια τα έφτιαχναν με ζώα, τα έσκαβαν οι ίδιοι ήμουν μικρός εγώ που έσκαβαν όλοι μετά τελευταία που τελείωσα εγώ κάτω θα έκλεινε ο μπάρμπας μου τη δουλειά είχε μεγαλώσει και πρωτού κλείσει ήρθε μια εταιρία από την Αθήνα το 1969 με την Χούντα τον Παπαδόπουλο. Αυτή η εταιρία λεγόταν Φιντεξ Πόρτ Μανολόπουλος-Πετράτος στην Αθήνα ουυ κράτος και έβγαζαν φλοκάτες εγώ δεν ήξερα ήμουν στα Τρίκαλα. Είχαμε ένα κτήμα στο χωριό το είχαμε χωράφι αλλά παλιά είχαν οι παππούδες μου μύλους εκεί αρχικά λέγεται η τοποθεσία Σουζομύλος κάτω στο ποτάμι κάτω στο χωριό δίπλα έρχεται ένας στην ηλικία την δική μου από το Γοργογύρι [Το Γοργογύρι είναι ένα χωριό του Νομού Τρικάλων, στα ριζά του βουνού Κόζιακα, σε υψόμετρο 206 μέτρων] έξω από τα Τρίκαλα και έχουν πολύ νερό μέσα στο χωριό έχω πάει έχουν πολλές διστέλλες εκεί ήρθαν εκεί μέτρησαν σε εμένα με πήραν από τα Τρίκαλα πάμε στο χωριό στο κτήμα εντάξει έκαναν εργαστήριο, 14 παιδιά δούλευαν εγώ μετά που έδωσα το κτήμα μου έκαναν σπίτι, μαγειρείο, παιδιά, αυτοκίνητα τα πάντα ερχόταν ένα αυτοκίνητο τριαξονικό φορτωμένο από την Αθήνα το άλλο έφευγε φορτωμένο από την Καστανιά για Αθήνα με φλοκάτη φτιαγμένη περνούσε και από το Γοργογύρι να συμπληρώσει από εκεί την είχαν πάρει την δουλειά δεν είχα εγώ δουλειά απλά φαινόμουν επειδή ήταν το κτήμα δικό μου και με είχαν σαν επιβλέπων πως να πω υπεύθυνος και τα παιδιά από το Γοργογύρι, από το Ελάφι [Το Ελάφι είναι οικισμός στη Θεσσαλία και την Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων], την Καστανιά γυναίκες 24 δούλευαν έραβαν τις βελέντζες, τις φλοκάτες να μπούνε στο νερό μέσα και έβγαζε η εταιρία αυτή 50 τόνους το μήνα φλοκάτη φεύγαν για έξω για Γερμανία μέχρι τελευταία που το χάλασαν και ερχόταν ο Γερμανός ο αντιπρόσωπος στο χωριό μαζί με τον χημικό και έλεγε εγώ θέλω 1 επί 1 να είναι 800-900 γραμμάρια μην πω 1 κιλό το τετραγωνικό και οι δικοί μας ειδικά μετά που άρχισαν να κάνουν εξαγωγή και οι υπόλοιποι πριν την εταιρία αυτή που είχε την γενική εξαγωγή έκαναν 500 γραμμάρια μισό κιλό φλοκάτη και κοιτούσες έβλεπες τα αστέρια και την έκοψαν γιατί συνεργαζόμασταν η Αθήνα έκοψε πρώτα είχε καταλάβει τι γίνεται και έπαιρναν εδώ από την Λάρισα Καραμαχαίρας, Καντώνας ήταν πολλοί Λέντζας από Τύρναβο [Ο Τύρναβος είναι η πέμπτη μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της Θεσσαλίας και βρίσκεται στο Νομό Λάρισας] είχαν φτιάξει όλοι εργοστάσια τότε, όλοι έπεσαν έξω όχι έπεσαν έξω επιστρεφόμενα όλα είχαν πάρει δάνεια, τέτοια δάνεια που.. άκουγες 30 εκατομμύρια τότε ήταν σε χιλιάρικα βέβαια αλλά τα χιλιάρικα ήταν τότε ακριβά τι; έτσι έβγαιναν; ποιος είχε εκατομμύριο εκείνες τις εποχές; Αυτά τα νέα τι θέλετε άλλο να σας πω;
[34:40] Ζ.Κ. Πρώτα πήγα σε ένα τσελιγκάδικο που λέμε εμείς τσελιγκάδες Λεβενταίοι, Μπάρδας και Τσαλαίοι και Σαράντης, 4 ονόματα 1,5 τόνο γάλα την ημέρα και τότε φτιάχναμε καλύβα έξω που είναι τα πρόβατα σχεδόν όλα κοντά δεν τα κουβαλούσαμε τα ζώα, ματαράδες που λέμε έβαζαν στα ζώα σε δοχεία, με ψάθες γύρω γύρω τον Γενάρη μήνα να έχεις ψάθα γύρω γύρω για να πήξεις το γάλα να δουλέψεις μασκί που φτιάχναμε και φωτιές, έβλεπες οι τσοπαναραίοι εδώ ήταν ψηλά δεν ήταν κάμπος όπως λέω, κάτω από δύο άχυρα κοιμόταν και κάτω για στρώμα έβαζαν, έκοβαν πουρναράκια μικρά, τα έστρωναν και έριχναν άχυρο επάνω και μια κουβέρτα από τραγόμαλλο ούτε βροχή ούτε κρύο, κοιμόμασταν μούσκεμα και τώρα λέμε ήμαστε γεροί πάλι γεροί ήμαστε εγώ κανονικά 90 χρονών είμαι. Εγώ τελείωσα.
[36: 27] Σ.Ν. Σας ευχαριστούμε πολύ.
[36:29] Ζ.Κ. Να είστε καλά.
Κάντε εγγραφή στο Newsletter μας
© 2025 Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας
Δευτέρα: | 09:00 – 17:00 |
Τρίτη: | 12:00 – 20:00 |
Τετάρτη: | 09:00 – 20:00 |
Πέμπτη: | 12:00 – 20:00 |
Παρασκευή: | 09:00 – 17:00 |
Κάντε εγγραφή στο Newsletter μας
© 2025 Βιβλιοθήκη Καλαμπάκας
ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Δευτέρα: | 09:00 – 17:00 |
Τρίτη: | 12:00 – 20:00 |
Τετάρτη: | 09:00 – 20:00 |
Πέμπτη: | 12:00 – 20:00 |
Παρασκευή: | 09:00 – 17:00 |